May 26, 2009 23:26
15 yrs ago
English term

oxidatively stressed

English to Greek Science Chemistry; Chem Sci/Eng βιοχημεία
When oxygen homeostasis is not maintained,
the cellular environment becomes oxidatively stressed.

Proposed translations

+1
6 hrs
Selected

(στο περιβάλλον δημιουργείται) οξειδωτικό στρες

Δεν βρίσκω ανευρέσεις για μετάφραση λέξη προς λέξη, δηλαδή "οξειδωτικά στρεσσαρισμένο", οπότε θέλει λίγο φτιάξιμο...

--------------------------------------------------
Note added at 6 hrs (2009-05-27 05:47:53 GMT)
--------------------------------------------------

Δες και αυτό:
http://www.proz.com/kudoz/greek_to_english/medical_general/2...
Note from asker:
Ευχαριστώ πολύ!
Peer comment(s):

agree Panagiotis Andrias (X) : οδηγείται/υπόκειται σε οξειδωτικό στρες
4 hrs
Thanks! Τιμή μου να εγκρίνεις!
Something went wrong...
4 KudoZ points awarded for this answer.
8 hrs
English term (edited): oxidative stress

οξειδωτική καταπόνηση

... το κ. περιβάλλον υποβάλλεται σε οξειδωτική καταπόνηση ή ... στο κ. περιβάλλον δημιουργείται οξειδωτική καταπόνηση, όπως αναφέρει και ο συνάδελφος.
Νομίζω ότι ο όρος "οξειδωτικό στρες" δεν είναι επακριβής αν δεις τι ακριβώς σημαίνει στη wikipedia.

http://www.encephalos.gr/full/39-1-07g.htm

Note from asker:
Ευχαριστώ πολύ!
Something went wrong...
17 hrs

οξειδωτικό στρές

the maintenance of relatively stable internal physiological conditions (as body temperature of the pH of blood) in higher animals under fluctuating environmental conditions στα ελληνικά στην ιατρική το λένε αιμόσταση. Δηλαδή να διατηρήσουμε σταθερή κατάσταση,σε εναλλασσομενο ή κυμαινόμενο περιβάλλον. Στο κείμενο "άν δεν είναι σταθερό το οξυγόνο στο κυτταρικό περιβάλλον, δημιουργείται οξειδωτικό στρές"
Note from asker:
Ευχαριστώ πολύ!
Something went wrong...
Term search
  • All of ProZ.com
  • Term search
  • Jobs
  • Forums
  • Multiple search